Της Έλλης Αυξεντίου
Τελικά σ’ όποιο δρόμο και να περπατήσεις, ανταμώνεις πληγές… Ανεβαίνοντας την οδό Μαρασλή, στο Κολωνάκι, συναντάς έναν άστεγο κύριο...
που έχει διακοσμήσει το παγκάκι του, με απομεινάρια, από τη ζωή του, από την Ελλάδα, την άλλη, την προηγούμενη… «Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί»…
Είναι ένας υπέροχος γεράκος, χαμογελαστός. Το πρωί σκουπίζει, συμμαζεύει, ευθυγραμμίζει τα πάντα, ποτίζει τα δέντρα, φροντίζει τ’ αδέσποτα, χαιρετάει τον κάθε περαστικό που περνάει από το «σπιτικό του», διηγείται ιστορίες, δίνει αγάπη και ζωή στα πάντα…
Πολλές φορές αναρωτήθηκα ποια μπορεί να είναι η ιστορία του… Σπάνια συναντάς ανθρώπους με τόση αξιοπρέπεια…
Αυτός ο αληθινός κύριος, δε ζητάει, αλλά δίνει, αυτοί είναι οι κύριοι, όχι οι αυτοί που ζουν σε σπίτια και φοράνε κοστούμια… Στην αρχή σκέφτηκα, να τον πλησιάσω και να του μιλήσω… Διψούσα να μάθω… Μετά αποφάσισα πως θα ήταν καλύτερα να μείνω μακριά…
Υπέθεσα ότι ο άνθρωπος, αυτός, στο μυαλό του, έχει πλάσει μια άλλη εικόνα, για να αντέξει τη σκληρή πραγματικότητα και τις δυσμενείς συνθήκες… Εν μέρει αυτός ο άνθρωπος ζει στο σπίτι του, μπορεί κάποιοι να τον πέταξαν έξω, μα στην ουσία δεν τα κατάφεραν… Δεν έχει στερηθεί τις μικρές καθημερινές συνήθειες, τις απολαύσεις του, όπως για παράδειγμα, ένας καφές, το κελάηδημα ενός πουλιού…
«Με τις ξόβεργες, μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις όμως το κελαηδητό τους… Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας…» Και ο κύριος αυτός τη διαθέτει… κανείς δεν κατάφερε να του την «κλέψει»… Αντιστέκεται σ’ αυτό το σάπιο και καταραμένο σύστημα που γονάτισε και κατέστρεψε σχεδόν ένα ολόκληρο λαό… Ο γεράκος αυτός ακόμα, φέρει αντίσταση, με όπλο την αξιοπρέπεια και την αγάπη του, καθώς το σκηνικό αλλάζει και «μυρίζει» χειμώνα….
Τα μάτια βουρκώνουν, μα ο κύριος αυτός, δε χρειάζεται τον οίκτο μας… Στέγη χρειάζεται, φροντίδα και αγάπη… Κι αυτός και πολλοί άλλοι… Νιώθω πως δεν έχω άλλη δύναμη να περπατήσω…. Είναι στιγμές που πραγματικά, αναρωτιέμαι, αν όλα αυτά που βλέπω, ακούω, διαβάζω, είναι ένας κακός εφιάλτης και σε λίγο θα ξυπνήσω…
(...) Ξανακοίταξα το γεράκο, το χαμόγελο του σα να μου δώσε μια δύναμη αλλιώτικη…. Στο νου μου ‘ρθανε τα λόγια του Καζαντζάκη, από τις «Αδερφοράδες» … «Όλο δόξα και πείνα είσαι, κακομοίρα Ελλάδα. Από την φτέρνα ως την κορφή όλο ψυχή. Δεν πρέπει να χαθείς, όχι δε θα σε αφήσουμε εμείς να χαθείς, μάνα»…
mignatiou.com
Τελικά σ’ όποιο δρόμο και να περπατήσεις, ανταμώνεις πληγές… Ανεβαίνοντας την οδό Μαρασλή, στο Κολωνάκι, συναντάς έναν άστεγο κύριο...
που έχει διακοσμήσει το παγκάκι του, με απομεινάρια, από τη ζωή του, από την Ελλάδα, την άλλη, την προηγούμενη… «Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί»…
Είναι ένας υπέροχος γεράκος, χαμογελαστός. Το πρωί σκουπίζει, συμμαζεύει, ευθυγραμμίζει τα πάντα, ποτίζει τα δέντρα, φροντίζει τ’ αδέσποτα, χαιρετάει τον κάθε περαστικό που περνάει από το «σπιτικό του», διηγείται ιστορίες, δίνει αγάπη και ζωή στα πάντα…
Πολλές φορές αναρωτήθηκα ποια μπορεί να είναι η ιστορία του… Σπάνια συναντάς ανθρώπους με τόση αξιοπρέπεια…
Αυτός ο αληθινός κύριος, δε ζητάει, αλλά δίνει, αυτοί είναι οι κύριοι, όχι οι αυτοί που ζουν σε σπίτια και φοράνε κοστούμια… Στην αρχή σκέφτηκα, να τον πλησιάσω και να του μιλήσω… Διψούσα να μάθω… Μετά αποφάσισα πως θα ήταν καλύτερα να μείνω μακριά…
Υπέθεσα ότι ο άνθρωπος, αυτός, στο μυαλό του, έχει πλάσει μια άλλη εικόνα, για να αντέξει τη σκληρή πραγματικότητα και τις δυσμενείς συνθήκες… Εν μέρει αυτός ο άνθρωπος ζει στο σπίτι του, μπορεί κάποιοι να τον πέταξαν έξω, μα στην ουσία δεν τα κατάφεραν… Δεν έχει στερηθεί τις μικρές καθημερινές συνήθειες, τις απολαύσεις του, όπως για παράδειγμα, ένας καφές, το κελάηδημα ενός πουλιού…
«Με τις ξόβεργες, μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις όμως το κελαηδητό τους… Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας…» Και ο κύριος αυτός τη διαθέτει… κανείς δεν κατάφερε να του την «κλέψει»… Αντιστέκεται σ’ αυτό το σάπιο και καταραμένο σύστημα που γονάτισε και κατέστρεψε σχεδόν ένα ολόκληρο λαό… Ο γεράκος αυτός ακόμα, φέρει αντίσταση, με όπλο την αξιοπρέπεια και την αγάπη του, καθώς το σκηνικό αλλάζει και «μυρίζει» χειμώνα….
Τα μάτια βουρκώνουν, μα ο κύριος αυτός, δε χρειάζεται τον οίκτο μας… Στέγη χρειάζεται, φροντίδα και αγάπη… Κι αυτός και πολλοί άλλοι… Νιώθω πως δεν έχω άλλη δύναμη να περπατήσω…. Είναι στιγμές που πραγματικά, αναρωτιέμαι, αν όλα αυτά που βλέπω, ακούω, διαβάζω, είναι ένας κακός εφιάλτης και σε λίγο θα ξυπνήσω…
(...) Ξανακοίταξα το γεράκο, το χαμόγελο του σα να μου δώσε μια δύναμη αλλιώτικη…. Στο νου μου ‘ρθανε τα λόγια του Καζαντζάκη, από τις «Αδερφοράδες» … «Όλο δόξα και πείνα είσαι, κακομοίρα Ελλάδα. Από την φτέρνα ως την κορφή όλο ψυχή. Δεν πρέπει να χαθείς, όχι δε θα σε αφήσουμε εμείς να χαθείς, μάνα»…
mignatiou.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου